Μειωμένη Μερική Απόδοση
Η μειωμένη μερική απόδοση είναι μια έννοια που χρησιμοποιείται στην οικονομική θεωρία για να περιγράψει το φαινόμενο όπου η παραγωγικότητα ενός παράγοντα παραγωγής μειώνεται όσο αυξάνεται η ποσότητα αυτού του παράγοντα.
Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι ένα εργοστάσιο έχει μια σταθερή ποσότητα μηχανημάτων και εργατών. Αρχικά, με την προσθήκη ενός ακόμη εργάτη, η παραγωγικότητα μπορεί να αυξηθεί σημαντικά. Ωστόσο, όσο αυξάνονται οι εργάτες, η αύξηση στην παραγωγικότητα μπορεί να μειωθεί, καθώς οι πόροι του εργοστασίου αρχίζουν να εξαντλούνται και να μην αρκούν για να υποστηρίξουν την αύξηση της παραγωγής.
Η μείωση της μερικής απόδοσης είναι σημαντική για τους παραγωγούς και τους επιχειρηματίες, καθώς τους βοηθά να λάβουν αποφάσεις σχετικά με το βέλτιστο επίπεδο παραγωγής τους, λαμβάνοντας υπόψη την απόδοση των παραγόμενων προϊόντων.
Παραδείγματα Μειωμένης Μερικής Απόδοσης:
- Αύξηση των εργατών σε ένα αγρόκτημα με περιορισμένο χώρο καλλιέργειας.
- Προσθήκη περισσότερων σερβιτόρων σε ένα εστιατόριο, χωρίς αυξημένη χωρητικότητα.
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη μειωμένη μερική απόδοση, μπορείτε να επισκεφθείτε την σελίδα του Wikipedia εδώ.